ο πόνος



Α.Κ.: Πώς ξεπερνάς τον πόνο, Γλυκερία; Μέχρι να ξανάρθει, τουλάχιστον;

Γ.Μ.: To έσωσες, Αλέξανδρε, με το σεμνό «μέχρι να ξανάρθει»... Γιατί ο πόνος (που μας προσδιορίζει και μας κάνει Αλέξανδρους και Γλυκερίες και Μαρίες Πενταγιώτισσες) δεν πρόκειται ν’ αφήσει εύκολα τη θαλπωρή του οικείου ξενιστή. Παρενοχλητικά, παρασιτικά, με αγάπες και λουλούδια –όπως και να’ ναι αυτό το σύμφωνο συμβίωσης, δεν σπάει εύκολα, κι ας πάρεις εργολαβία όλο τον δικηγορικό σύλλογο Αθηνών και προαστίων. Ο πόνος κι ο πονεμένος, ο πόνος και το χέρι, το πόδι, το μεσοθωράκιο κι η ουλή από Νίκο ή από Γιάννη ή από Άγιο Σπυρίδωνα που φορτώθηκες όταν τους κοίταξες βαθιά στα μάτια, ο πόνος από σώμα κι ο πόνος από σεβντά, ο πόνος από μαχαίρι κι ο πόνος από θαύμα είναι εγκατεστημένοι στην οικεία εγκατάσταση που είσαι Εσύ. Στάζει στην καρδιά, ούτε να κοιμηθείς δεν μπορείς με την ησυχία σου, μνησιπήμων ο πόνος –και δεν τα λέω εγώ αυτά, τα λέει ο πιστός μου σκύλος, ο Αισχύλος, κι ο Σεφέρης, που δεν τον συμπαθώ πολύ, αλλά ας πούμε ότι είναι φίλος φίλου και τον σέβομαι.

Τον αφήνω, λοιπόν, γιατί εγώ δεν ήμουνα τσιρλίντερ του Καζαντζάκη με τα φωτορυθμικά του, τα «φτάσε όπου δεν μπορείς». Ζούμε μαζί, είναι κι αυτός του σπιτιού, του κορμιού, του μυαλού –σχεδόν κατοικίδιο. Τον αφήνω να με τσακίζει, να μου μπήγει σακοράφες, να με ξυπνάει τέσσερις το πρωί, σαν την Βισλάβα, μια Πολωνέζα γνωστή μου, που πήρε Νόμπελ. Όσο μεγαλώνω, Αλέξανδρε, καταδέχομαι τα πράγματα. Κι έτσι (από μέσα μου) λέω ότι τα ξεπερνώ. Γιατί η καταδεκτικότητα είναι αναλγητική –μικροδόση βέβαια, αλλά κάπως μαλακώνουν τα αόρατα ράμματα.





Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

το πάθος

αιώνια μπάζα

τα χιόνια